Το παραλήρημα των ηλικιωμένων ατόμων

Γιώργος Θεοχάρης
Παθολόγος

  • Παραλήρημα ηλικιωμένων

Το παραλήρημα των ηλικιωμένων ατόμων ορίζεται ως μία οξεία συγχυτική κατάσταση, με διακύμανση κατά τη διάρκεια της ημέρας, χαρακτηριζόμενη από διαταραχή της συνείδησης, του προσανατολισμού, της μνήμης, της σκέψης, της προσοχής και της συμπεριφοράς. Στην Ελλάδα χρησιμοποιείται ο όρος οξύ οργανικό ψυχοσύνδρομο. Είναι ένα κλινικό σύνδρομο με κακή πρόγνωση σε νοσηλευόμενους ασθενείς άνω των 65 ετών και η επίπτωσή του στη διεγερτική, στη ληθαργική και στη μικτή μορφή του μπορεί να αφορά πλέον του 50% των νοσηλευόμενων υπερηλίκων ασθενών. Το παραλήρημα των ηλικιωμένων αποτελεί συχνά γενεσιουργό αιτία απώλειας της αυτονομίας, αυξημένης νοσηρότητας και θνητότητας και αύξησης του κόστους των υπηρεσιών υγείας λόγω παράτασης του χρόνου νοσηλείας.

Το παραλήρημα συνυπάρχει με άλλες κλινικές εκδηλώσεις σε πλέον του 80% των τελικών ασθενών.
Πολύ συχνά όμως, το παραλήρημα υποδιαγιγνώσκεται από ιατρούς και νοσοκόμες λόγω της διακύμανσής του κατά τη διάρκεια της ημέρας, της σύγχυσής του με την άνοια και της υποεκτίμησης της κλινικής του σημασίας. Σήμερα, η θνητότητα από παραλήρημα σε νοσηλευόμενους υπερήλικες υπολογίζεται από 22 σε 76% περίπου, δηλαδή όμοιο με τη θνητότητα του οξέ0ς εμφράγματος του μυοκαρδίου και του σηπτικού shock.

  1. Άνδρας ασθενής 89 ετών με ιστορικό υπέρτασης νοσηλεύθηκε σε Ορθοπαιδική κλινική για κάταγμα ισχίου. Η μετεγχειρητική του πορεία επιπλέχθηκε από πνευμονική εμβολή, καρδιακή ανεπάρκεια, διέγερση και αποπροσανατολισμό, συμβατά με παραλήρημα. Εξήλθε του νοσοκομείου 10 ημέρες μετά την επέμβαση. Απεβίωσε την ημέρα της εξόδου του από το νοσοκομείο στο σπίτι του.
  2. Άνδρας ασθενής 92 ετών με ιστορικό γλαυκώματος για το οποίο λαμβάνει κολλύριο με β αναστολείς.
    Εμφανίζει βραδυκαρδία (30 σφύξεις το λεπτό) και συγκοπτικά επεισόδια. Διακομίσθηκε στο νοσοκομείο για έλεγχο ρυθμού και πιθανή τοποθέτηση βηματοδότη. Η βραδυκαρδία υποχώρησε προοδευτικά με τη διακοπή του κολλυρίου, αλλά ο ασθενής παρέμεινε στην κλινική για περαιτέρω έλεγχο. Η νοσηλεία του επιπλέχθηκε από πνευμονία και παραλήρημα (διέγερση). Ο ασθενής εξήλθε διεγερτικός του νοσοκομείου, με ήπια αναπνευστική ανεπάρκεια. Επανέκαμψε στην πρότερη κατάσταση έξι μήνες μετά.
  3. Γυναίκα ασθενής 78 ετών, με ιστορικό υπέρτασης και νόσου του Parkinson, εμφανίζει από 3ημέρου διέγερση, αποπροσανατολισμό και πτώσεις. Από τον κλινικό έλεγχο πιθανολογείται ύπαρξη ουρολοίμωξης. Μετά τη λήψη γενικής ούρων και ουροκαλλιέργειας, έναρξη αγωγής με Ciproxin 500 1x2 και Aloperidin σταγόνες επί διέγερσης. Δύο ημέρες αργότερα η ασθενής είναι καλύτερα. Η γενική ούρων και η καλλιέργεια ούρων επιβεβαίωσε την ύπαρξη ουρολοίμωξης από E. coli.

Ορισμός – Ιστορικά στοιχεία

Το παραλήρημα των ηλικιωμένων είναι μία οξεία, συγχυτική κατάσταση, που χαρακτηρίζεται από προσβολή της προσοχής, της αντίληψης, της σκέψης και της μνήμης. Επέρχεται σε διάστημα ωρών έως ημερών και εμφανίζει διακύμανση κατά τη διάρκεια της ημέρας, όντας εντονότερο τη νύχτα. Η κλινική εικόνα του παραληρήματος δεν ταυτίζεται με υποκείμενη άνοια. Ο Ιπποκράτης περιέγραψε πρώτος ως φρενίτιδα την εμφάνιση διέγερσης και διαταραχών του ύπνου σε ασθενείς με εμπύρετα, και ως λήθαργο την αντίθετη κλινική εικόνα βυθιότητας, υπνηλίας. Λήθαργος και διέγερση συχνά εναλλάσσονται στη διάρκεια του παραληρήματος. Τα πρώτα σύγχρονα κλινικά κριτήρια για το παραλήρημα εμφανίσθηκαν στο εγχειρίδιο για τη Διάγνωση και Στατιστική των Ψυχικών Διαταραχών, το 1980, και τροποποιήθηκαν το 1987 και το 1994 (DSM-IV). Έως τότε, πλήθος συνώνυμων όρων συνυπήρχαν στη διεθνή βιβλιογραφία: «οξύ εγκεφαλικό σύνδρομο», «εγκεφαλοπάθεια», «οξείες συγχυτικές καταστάσεις», «τοξική ψύχωση», «τοξικό παραλήρημα», «οξύ οργανικό ψυχοσύνδρομο», «εξωγενής ψύχωση» και άλλα. Η οξεία συγχυτική κατάσταση παραμένει στις Η.Π.Α. το μόνο αποδεκτό συνώνυμο του παραληρήματος, χρησιμοποιούμενο από τους νευρολόγους. Στην Ελλάδα ακόμη χρησιμοποιείται ο όρος οξύ οργανικό ψυχοσύνδρομο.

Επίπτωση

Η επίπτωση του παραληρήματος είναι δύσκολο να υπολογιστεί. Μία μελέτη την υπολογίζει στο 1% του πληθυσμού. Αυξάνεται, όμως, με την πρόοδο της ηλικίας και φθάνει σε ποσοστό άνω του 10% σε άτομα άνω των 80 ετών. Στα τμήματα επειγόντων περιστατικών (Τ.Ε.Π.) των νοσοκομείων είναι 14-24% στους ηλικιωμένους. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας ένα επιπλέον ποσοστό 6 έως 56% των ηλικιωμένων θα εμφανίσουν παραλήρημα, σχετιζόμενο με την παθολογική τους κατάσταση. Ποσοστό 15-53% των υπερηλίκων εμφανίζουν μετεγχειρητικό παραλήρημα και το ποσοστό αγγίζει το 90% μετά από νοσηλεία σε μονάδα εντατικής θεραπείας (Μ.Ε.Θ.) Παραλήρημα εμφανίζει επιπλέον το 60% των υπερηλίκων στους οίκους ευγηρίας. Υπολογίζεται ότι 90% των ανθρώπων θα εμφανίσουν παραλήρημα έως το τέλος της ζωής τους (everyman’s psychosis). Νεότερες μελέτες δείχνουν ότι η θνητότητα των νοσηλευομένων στα νοσοκομεία με παραλήρημα κυμαίνεται από 22-76%, που είναι παρόμοια της θνητότητας του εμφράγματος του μυοκαρδίου και του σηπτικού shock. Η θνητότητα ανά έτος μετά την εμφάνιση παραληρήματος υπολογίζεται σε 35-40%.

Οι παράγοντες κινδύνου εμφάνισης παραληρήματος περιλαμβάνουν την προχωρημένη ηλικία, την προϋπάρχουσα άνοια, κάθε σοβαρό χρόνιο νόσημα, τη χρήση νόμιμων ή παράνομων ουσιών και σημαντικών προϋπαρχόντων ψυχιατρικών νοσημάτων (Πίνακας 1). Η χρήση φαρμάκων και ειδικότερα, η πολυφαρμακία σχετίζονται στενά με παραλήρημα και είναι συχνότερες στους ηλικι-
ωμένους. Όταν οι παράγοντες κινδύνου είναι περισσότεροι, είναι σαφώς μεγαλύτερη η πιθανότητα εμφάνισης παραληρήματος.

Πίνακας 1. Συχνότεροι προδιαθεσικοί παράγοντες σχετιζόμενοι με παραλήρημα

  • Δημογραφικά χαρακτηριστικά
  • Ηλικία μεγαλύτερη των 65 ετών
  • Άνδρες
  • Προϋπάρχουσα νευρο-ψυχιατρική κατάσταση
  • Γεροντική άνοια
  • Ιστορικό παραληρήματος
  • Κατάθλιψη
  • Λειτουργική κατάσταση
  • Έλλειψη αυτονομίας
  • Ακινητοποίηση ή μικρός βαθμός κινητικότητας
  • Ιστορικό πτώσης
  • Αισθητηριακές διαταραχές
  • Πτώση οπτικής οξύτητας
  • Βαρηκοΐα
  • Αφυδάτωση
  • Φάρμακα
  • Θεραπεία με ψυχοδραστικά φάρμακα
  • Πολυφαρμακία
  • Αλκοολισμός
  • Συνυπάρχοντα νοσήματα
  • Σοβαρά χρόνια νοσήματα
  • Νευρολογικά νοσήματα (άνοια, Parkinson)
  • Χρόνια νεφρική ή ηπατική ανεπάρκεια
  • Μεταβολικές διαταραχές
  • Τελικοί ασθενείς

Το παραλήρημα αυξάνει το κόστος των ιατρικών υπηρεσιών. Οι παραληρηματικοί ασθενείς χρήζουν μακρύτερων νοσηλειών, απαιτούν εντονότερη νοσηλευτική φροντίδα και επιτήρηση. Είναι ανίκανοι να δώσουν τη συγκατάθεσή τους για ιατρικές πράξεις, εμφανίζουν συχνά πτώσεις και αυτοτραυματισμούς και είναι επιθετικοί προς το προσωπικό. Συχνά αφαιρούν ενδοφλέβια όργανα, καθετήρες ή ράμματα και δεν συνεργάζονται στην εκτέλεση ιατρικών πράξεων ή στη σωστή λήψη φαρμακευτικής θεραπείας. Μετά τη νοσηλεία τους χρειάζονται περαιτέρω νοσηλεία σε οίκους ευγηρίας ή κέντρα αποκατάστασης.

Παθοφυσιολογία

Η παθοφυσιολογία του παραληρήματος δεν είναι σαφής. Ηλεκτροεγκεφαλικές μελέτες έδειξαν επιβράδυνση του επικρατούντος ρυθμού α και ανωμαλίες της δραστηριότητας βραδέων κυμάτων. Νευροαπεικονιστικές και νευροψυχολογικές μελέτες έδειξαν την ύπαρξη γενικευμένης δυσλειτουργίας του ανώτερου φλοιού, κυρίως του μη επικρατούντος ημισφαιρίου. Η πλειονότητα, όμως, των παραληρηματικών ασθενών δεν εμφανίζουν βλάβες στις απεικονιστικές μελέτες. Σημαντικότερος θεωρείται ο ρόλος των νευροδιαβιβαστών, της φλεγμονής και του χρόνιου stress. Ο ρόλος της χολινεργικής δραστηριότητας είναι αδιαμφισβήτητα σημαντικός. Η χορήγηση αντιχολινεργικών φαρμάκων προκαλεί παραλήρημα σε ανθρώπους και ζώα και η χολινεργική δραστηριότητα ανευρίσκεται αυξημένη στον ορό των παραληρούντων ασθενών. Τα ντοπαμινεργικά φάρμακα (levodopa, bupropion) επίσης προκαλούν παραλήρημα πιθανόν λόγω αντιχολινεργικής δράσης, αντίθετα τα αντιψυχωτικά φάρμακα (ανταγωνιστές της ντοπαμίνης) χρησιμοποιούνται στη θεραπεία του παραληρήματος.

Η σεροτονίνη, η νορεπινεφρίνη, το γάμμα-αμινοβουτυρικό οξύ (GABA) πιθανώς έχουν κάποιο ρόλο στην εμφάνιση παραληρήματος. Οι κυτοκίνες (ιντερλευκίνη 1 και 2, ο παράγοντας νέκρωσης όγκων TNF-α και η ιντερφερόνη) συμμετέχουν στο παραλήρημα αυξάνοντας τη διαπερατότητα του αιματοεγκεφαλικού φραγμού και επηρρεάζουν τη δραστηριότητα των νευροδιαβιβαστών. Το χρόνιο stress, που συνοδεύει συχνά παθήσεις ή τραύματα ενεργοποιώντας το συμπαθητικό νευρικό σύστημα και τον άξονα υποθάλαμος-υπόφυση-επινεφρίδια, αυξάνει τα επίπεδα των κυτοκινών και της κορτιζόνης. Τα επίπεδα και η δραστηριότητα των νευροδιαβιβαστών επηρεάζονται από τη λήψη φαρμάκων και τοξινών, τις μεταβολικές διαταραχές, τις λοιμώξεις, τις κακοήθειες, τις καταστάσεις μειωμένης παροχής αίματος, την αφυδάτωση και τις διαταραχές θρέψης. Στους ηλικιωμένους ασθενείς ο συνδυασμός των ανωτέρω καταστάσεων είναι συχνός, αυξάνοντας τις πιθανότητες εμφάνισης παραληρήματος.

Η οξεία εμφάνιση παραληρήματος μπορεί να αποτελεί το μόνο κοινό κλινικό σημείο σοβαρών νοσημάτων (π.χ. έμφραγμα μυοκαρδίου, σηψαιμία, επίσχεση ούρων ή κοπράνων) σε υπερήλικους ασθενείς. Ο πυρετός, ο πόνος και η ταχυκαρδία είναι συχνά αίτια παραληρήματος (Πίνακας 2). Το συχνότερο, όμως, αίτιο είναι η λήψη φαρμάκων. Τα συχνότερα φάρμακα που προκαλούν παραλήρημα αναφέρονται στον Πίνακα 3.

Πίνακας 2. Συχνότερα νοσήματα που προκαλούν παραλήρημα σε ηλικιωμένους ασθενείς

  • Φάρμακα
  • Αντιχολινεργικά
  • Αντιαρρυθμικά
  • Βενζοδιαζεπίνες
  • Διάφορα
  • Λοιμώξεις
  • Ιατρογενείς επιπλοκές
  • Υποξία
  • Καταπληξία
  • Αφυδάτωση
  • Αναιμία
  • Κακή θρέψη
  • Πρωτογενή νευρολογικά συμπτώματα
  • Α.Ε.Ε. στο μη επικρατούν ημισφαίριο
  • Εγκεφαλική αιμορραγία
  • Μηνιγγίτιδα ή εγκεφαλίτιδα
  • Χειρουργικά αίτια
  • Ορθοπεδικές επεμβάσεις
  • Καρδιακές επεμβάσεις
  • Παράκαμψη στεφανιαίων αγγείων
  • Νοσηλεία σε Μ.Ε.Θ.
  • Διάφορα οξέα συμβάντα
  • Πόνος
  • Τοποθέτηση ουροκαθετήρα

Πίνακας 3. Συχνότερα φάρμακα που προκαλούν παραλήρημα

  • Αντιχολινεργικά
  • Αντικαταθλιπτικά
  • Αντιαρρυθμικά (αμιοδαρόνη, κινιδίνη)
  • Αντιεπιληπτικά
  • Αντιπαρκινσονικά
  • Αντιϊσταμινικά
  • Ασπιρίνη
  • Βαρβιτουρικά
  • Βενζοδιαζεπίνες
  • Βήτα-αναστολείς
  • Αναστολείς διαύλων ασβεστίου
  • Κορτικοειδή
  • Διγοξίνη
  • Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη αναλγητικά
  • Οπιοειδή
  • Κινολόνες

Διάγνωση

Τα κλινικά χαρακτηριστικά του παραληρήματος περιγράφονται στο DSM-IV ως:

  1. διαταραχή της συνείδησης (μειωμένη διαύγεια, περιορισμένη αντίληψη του περιβάλλοντος) με διάσπαση και δυσκολία μετατόπισης της προσοχής,
  2. εμφάνιση γνωσιακών ανωμαλιών (διαταραχή της μνήμης, αποπροσανατολισμός, διαταραχές του λόγου) ή εμφάνιση αισθητηριακών διαταραχών που δεν δικαιολογούνται από προϋπάρχουσα ή εξελισσόμενη άνοια,
  3. εμφάνιση παραληρήματος γίνεται οξέως (συνήθως σε διάστημα ωρών έως ημερών) και εμφανίζει διακύμανση κατά τη διάρκεια της ημέρας. Από το ιστορικό, τη φυσική εξέταση και τα εργαστηριακά ευρήματα επίσης ανευρίσκεται συσχέτιση του παραληρήματος με κάποια οργανική πάθηση, με παρενέργειες φαρμάκων ή τοξικών ουσιών, με διακοπή λήψης ουσιών (στερητικό σύνδρομο) και με συνδυασμό πολλών νοσογόνων παραγόντων.

Η διάγνωση του παραληρήματος είναι εμφανής στον οξύ διεγερτικό, μη συνεργάσιμο, συγχυτικό ασθενή. Αντίθετα, η υποενεργή, ληθαργική μορφή του παραληρήματος πολύ συχνά υποδιαγιγνώσκεται. Το υπερενεργό (διεγερτικό) παραλήρημα υπολογίζεται ότι εμφανίζεται σε 15-21% των ασθενών, το υποενεργό (ληθαργική μορφή) σε 19-71% και οι μικτές μορφές σε 43-56% των ασθενών. Ένα μικρό ποσοστό ασθενών 4-14% δεν εμφανίζουν ψυχοκινητική συμπτωματολογία. Υπάρχουν δύο διαγνωστικές προκλήσεις για τον κλινικό γιατρό στη διερεύνηση του παραληρήματος. Πρώτον, ο γιατρός πρέπει να αναγνωρίσει την ύπαρξη ή όχι παραληρήματος με τη λήψη λεπτομερούς ιστορικού από αξιόπιστο συγγενή του ασθενούς. Η διάγνωση παραμένει κλινική, και τα κλινικά χαρακτηριστικά του παραληρήματος περιγράφονται στον Πίνακα 4. Τα συχνότερα χρησιμοποιούμενα κλινικά εργαλεία είναι το Mini Mental Test (Πίνακας 5) και η μέθοδος υπολογισμού της σύγχυσης (Confusion Assessment Method [C.A.M]) (Πίνακας 6). Δεύτερον, ο κλινικός γιατρός πρέπει να αξιολογήσει τα παθολογικά αίτια, που προκάλεσαν την εμφάνιση παραληρήματος. Η λεπτομερής κλινική εξέταση είναι εξίσου απαραίτητη με το ιστορικό. Ο έλεγχος των ζωτικών σημείων, η αναζήτηση εστιακής λοίμωξης, η νευρολογική εξέταση και η εξέταση συστημάτων αναγκαία. Ο αρχικός εργαστηριακός έλεγχος περιλαμβάνει τη γενική αίματος, τη γενική ούρων, τους ηλεκτρολύτες, την ηπατική και νεφρική λειτουργία, το σάκχαρο και τον κορεσμό του Ο2. Περαιτέρω για τη διερεύνηση λανθάνουσας λοίμωξης, τη λήψη δύο αιμοκαλλιεργειών και την καλλιέργεια ούρων. Άλλα χρήσιμα εργαστηριακά test είναι ο έλεγχος του θυρεοειδούς, τα αέρια αίματος, η βιταμίνη Β12, επίπεδα συγκεκριμένων φαρμάκων (Πίνακας 7). Απεικονιστικά, η ακτινογραφία θώρακος γίνεται ως ρουτίνα για τον αποκλεισμό της πνευμονίας. Η αξονική τομογραφία και η μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου έχουν ένδειξη μόνο σε πρόσφατο τραυματισμό κεφαλής ή σε ύπαρξη εστιακών νευρολογικών σημείων. Το ΗΕΓράφημα έχει ένδειξη σε ύπαρξη σπασμών.

Πίνακας 4. Κλινικά χαρακτηριστικά του παραληρήματος

  • Οξεία εισβολή
  • Η εμφάνιση του παραληρήματος γίνεται σε διάστημα ωρών ή ημερών.
  • Διακύμανση κατά τη διάρκεια της ημέρας
  • Τα συμπτώματα εμφανίζονται και εξαφανίζονται κατά τη διάρκεια της ημέρας.
  • Διαταραχή επιπέδου συνείδησης
  • Θόλωση διανοίας με μειωμένες ικανότητες ετοιμότητας και ελάττωση συγκέντρωσης.
  • Διαταραχή της προσοχής
  • Διάσπαση της προσοχής με αδυναμία συγκέντρωσης, διατήρηση και μετατόπιση της προσοχής.
  • Αδυναμία παρακολούθησης, συμμετοχής σε συζήτηση.
  • Διαταραχή του λόγου
  • Ο λόγος είναι φτωχός, αργός με αδυναμία ανεύρεσης λέξεων και με συχνές παραφράσεις.
  • Διαταραχή της πρόσληψης
  • Ψευδαισθήσεις, κυρίως οπτικές, που εμφανίζονται συνήθως τη νύχτα και ποικίλουν από απλά σχήματα σε σύνθετα σχήματα, έντομα, ζώα, φαντάσματα.
  • Σπανιότερα ακουστικές ψευδαισθήσεις.
  • Διαταραχή του προσανατολισμού και της μνήμης
  • Ψυχοκινητικές διαταραχές
  • Το διεγερτικό (υπερκινητικό, υπερενεργό) παραλήρημα χαρακτηρίζεται από διέγερση, ταχυκαρδία, ξηροστομία, εφίδρωση, τρόμο (συχνότητα 15-21%).
  • Το ληθαργικό (υποενεργό) παραλήρημα επέρχεται σε 19-21% των περιπτώσεων.
  • Μικτές μορφές εμφανίζουν 43-56% των ασθενών.
  • Ποσοστό 4-14% δεν εμφανίζουν ψυχοκινητική συμπτωματολογία.
  • Διαταραχή του κύκλου του ύπνου
  • Οι ασθενείς ξυπνούν κατά τη διάρκεια της νύχτας από έντονα όνειρα και εφιάλτες.
  • Υπνηλία κατά τη διάρκεια της μέρας.
  • Συναισθηματικές διαταραχές
  • Φόβος, ανησυχία, κατάθλιψη.

Πίνακας 6. Μέθοδος υπολογισμού της σύγχυσης (Confusion Assessment Method)

Κριτήριο 1. Οξεία έναρξη και διακύμανση κατά τη διάρκεια της ημέρας.

Προϋποθέτει τη λήψη ιστορικού από ένα συγγενή του ασθενούς ή μια νοσοκόμα και ισχύει σε θετική απάντηση στις ερωτήσεις: Υπάρχει οξεία μεταβολή της διανοητικής κατάστασης του ασθενούς τις ημέρες; Η διανοητική σύγχυση του ασθενούς έχει διακύμανση κατά τη διάρκεια της ημέρας; Έρχεται και φεύγει; Άλλοτε είναι σοβαρή άλλοτε ήπια;

Κριτήριο 2. Διαταραχή της προσοχής

Ισχύει σε θετική απάντηση στην ακόλουθη ερώτηση: Έχει ο ασθενής δυσκολία να εστιάσει την προσοχή του, είναι π.χ. ο ασθενής αφηρημένος και δυσκολεύεται να παρακολουθήσει μία συζήτηση;

Κριτήριο 3. Αποδιοργάνωση της σκέψης

Ισχύει σε θετική απάντηση στην ερώτηση: Είναι η σκέψη του ασθενούς αποδιοργανωμένη και ακατάληπτη, όπως π.χ. έχει ο ασθενής θολή και μη λογική ροή ιδεών, αλλάζει απρόβλεπτα θέμα συζήτησης;

Κριτήριο 4. Προσβολή του επιπέδου συνείδησης

Το κριτήριο αυτό ισχύει σε κάθε περίπτωση που ο ασθενής είναι διεγερτικός, ληθαργικός ή κώμα.

Η διάγνωση του παραληρήματος με την CAM προϋποθέτει την παρουσία των κριτηρίων 1 και 2 και ενός εκ των 3 και 4. Ι. Nouye S, van Dyck C, Alessi; C et al. Clarifying confusion: The confusion method. Ann Inter Med 1990; 113:741-948

Διαφορική διάγνωση

Στην αντιμετώπιση ηλικιωμένων ασθενών με παραλήρημα συχνά είναι δύσκολη η διαφορική διάγνωση από την άνοια, ειδικότερα όταν δεν είναι γνωστή η πρότερη νευρολογική κατάσταση του ασθενούς (Πίνακας 8). Η λήψη ενός λεπτομερούς ιστορικού από τους συγγενείς είναι συχνά διαφωτιστική. Η οξεία εμφάνιση σύγχυσης με πτώση του επιπέδου συνείδησης, οι διαταραχές της προσοχής και η διακύμανση εντός της ημέρας συνηγορούν υπέρ του παραληρήματος. Η διαφορική διάγνωση από την οξεία ψύχωση, τη μανία και άλλα μη οργανικά νοσήματα είναι ευκολότερη, γιατί αφορά νεότερα άτομα και δεν σχετίζεται με υποκείμενα νοσήματα.

Επιπλοκές

Το παραλήρημα των ηλικιωμένων ατόμων σχετίζεται με αυξημένη θνητότητα, νοσηρότητα, μείωση της κινητικότητας και της νοητικής κατάστασης. Συχνά επιπλέκεται από πνευμονία από εισρόφηση, θρομβοφλεβίτιδα και πνευμονική εμβολή, λοιμώξεις, έλκη από κατακλίσεις.
Οι διεγερτικοί ασθενείς έχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων και καταγμάτων. Αντίθετα, οι ληθαργικοί εμφανίζουν αφυδάτωση, διαταραχή της θρέψης.

Θεραπεία

Η θεραπεία του παραληρήματος περιλαμβάνει δύο διαφορετικές προσεγγίσεις:

  • τη διάγνωση και τη θεραπεία του υποκειμένου νοσήματος και
  • την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του παραληρήματος.

Στην αντιμετώπιση ασθενών με παραλήρημα στο σπίτι ή στα Τ.Ε.Π., το πρώτο μας μέλημα είναι ο αποκλεισμός βαρέων νοσημάτων που μπορούν να εκδηλωθούν ως παραλήρημα. Το παραλήρημα στους ηλικιωμένους ασθενείς μπορεί να αποτελεί το μόνο κλινικό σημείο ενός εμφράγματος του μυοκαρδίου ή μιας σηπτικής συνδρομής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, απαιτείται η άμεση μεταφορά του ασθενή σε νοσοκομείο με ασθενοφόρο και η κατάλληλη αρχική αγωγή για το υποκείμενο νόσημα. Πολύ συχνότερα όμως, το παραλήρημα αποτελεί επιπλοκή φαρμακευτικής αγωγής ή λανθάνουσας λοίμωξης. Το πρώτο μας καθήκον, λοιπόν, είναι η καταγραφή των λαμβανομένων από τον ασθενή φαρμάκων συμπεριλαμβανομένων των συνταγογραφημένων, αυτών που λαμβάνει από το φαρμακείο χωρίς ιατρικές συνταγές, φυτικών παρασκευασμάτων), για την αναγνώριση δυνητικά τοξικών φαρμάκων τα οποία πρέπει να διακοπούν ή να μειωθεί η δόση τους. Το παραλήρημα λόγω φαρμάκων λύεται εντός ωρών από τη διακοπή χορήγησης. Λανθάνουσες λοιμώξεις (κυρίως ουρολοιμώξεις ή πνευμονίες) πρέπει, σε δεύτερο επίπεδο, να αποκλεισθούν.

Οι ηλεκτρολυτικές διαταραχές, η αφυδάτωση, ενδοκρινολογικά, νεφρικά, ηπατικά ή νευρολογικά νοσήματα χρήζουν διερεύνησης με παρακλινικό έλεγχο.

Χρήσιμο είναι να αποκλείεται -σε κάθε περίπτωση- η υπογλυκαιμία σε ανάγκη με ενδοφλέβια χορήγηση διαλύματος γλυκόζης και η εγκεφαλοπάθεια Wernicke με τη χορήγηση θειαμίνης πριν τη χορήγηση γλυκόζης σε αλκοολικούς. Όσον αφορά την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του παραληρήματος, πέραν της θεραπείας του υποκείμενου νοσήματος, μπορούμε να επέμβουμε προληπτικά και φαρμακευτικά. Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι έξι παράγοντες κινδύνου συνδέονται άμεσα με την έκλυση παραληρήματος: η προσβολή της συνείδησης, η στέρηση ύπνου, η ακινησία, η διαταραχή της όρασης, η διαταραχή της ακοής και η αφυδάτωση. Η διόρθωση των ανωτέρω καταστάσεων μπορεί να μειώσει την έλευση του παραληρήματος κατά 34%. Τα μη φαρμακευτικά μέτρα αντιμετώπισης του παραληρήματος περιλαμβάνουν τον επαναπροσανατολισμό του ασθενούς (με τη χρήση ορατών και αναγνώσιμων πινάκων, ρολογιών και ημερολογίων), την ενθάρρυνση της παρουσίας των συγγενών και τη μεταφορά των ανήσυχων ασθενών σε δωμάτια με ένα κρεβάτι.

Ένα ειδικά εκπαιδευμένο και ευαίσθητο προσωπικό ενθαρρύνει την επικοινωνία του ασθενούς με το περιβάλλον, χρησιμοποιώντας συχνές λεκτικές επαναπροσανατολιστικές στρατηγικές, απλοποιημένες οδηγίες, εντολές και εξηγήσεις. Η διόρθωση των διαταραχών της όρασης και ακοής με κατάλληλα γυαλιά όρασης και ακουστικά βοηθάει σημαντικά. Η χρήση περιοριστικών επιδέσμων πρέπει να ελαχιστοποιείται επειδή επιδεινώνει το παραλήρημα. Αντίθετα, οι ασθενείς ενθαρρύνονται να κινητοποιούνται γρήγορα και να επιμελούνται τον εαυτό τους. Η βελτίωση του ύπνου σε παραληρούντες υπερήλικες είναι άλλη μια σημαντική παρέμβαση.

Η ελάττωση του θορύβου και των φωνών κατά τη διάρκεια της νύχτας με τον καλύτερο συντονισμό του ωραρίου χορήγησης θεραπείας και λήψης ζωτικών σημείων, ένα ζεστό ρόφημα ή μια χαλαρωτική μουσική, βοηθούν στην επίτευξη ενός αδιάκοπου ύπνου. Η φαρμακολογική θεραπεία για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του παραληρήματος χορηγείται όταν κρίνεται αναγκαία σε διεγερτικούς ασθενείς οι οποίοι αντιδρούν στις νοσηλευτικές οδηγίες (Πίνακας 9). Τα νευροληπτικά φάρμακα που χορηγούνται δυνητικά προκαλούν ή επιδεινώνουν τη σύγχυση και καλό είναι να χρησιμοποιούνται στις μικρότερες δόσεις και για το ελάχιστο χρονικό διάστημα. Από τα νευροληπτικά, φάρμακο εκλογής θεωρείται η αλοπεριδόλη. Χορηγείται από το στόμα, ενδομυϊκά και ενδοφλέβια. Η στοματική οδός με τη μορφή σταγόνων προτιμάται. Η παρεντερική οδός είναι χρήσιμη σε έντονη διέγερση.

Η αρχική δόση αλοπεριδόλης είναι 0,5-1 mg, που δύναται να επαναλαμβάνεται ανά μισή ώρα, έως μία μέγιστη δόση 3-5 mg. Παράλληλα με τη χορήγηση της αλοπεριδόλης, ελέγχονται ενδελεχώς τα ζωτικά σημεία. Η δόση συντήρησης της νευροληπτικής αγωγής υπολογίζεται ως το ήμισυ της απαιτηθείσης δόσης φόρτισης, διαιρούμενο σε δύο τρεις δόσεις μέσα στην ημέρα. Οι συχνότερες παρενέργειες της αλοπεριδόλης περιλαμβάνουν την καταστολή, την υπόταση, την εμφάνιση εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων και αντιχολινεργικών σημείων (ξηροστομία, δυσκοιλιότητα, επίσχεση ούρων, σύγχυση) και την αύξηση διαστήματος QT. Τα νεότερα άτυπα νευροληπτικά, risperidone, olanzapine και quetiapine, επίσης χορηγούνται στο παραλήρημα. Πρόσφατες μελέτες τα συνδέουν με αυξημένη θνητότητα σε ασθενείς με παραλήρημα. Τα ηρεμιστικά τύπου lorazepam δεν θεωρούνται φάρμακα εκλογής και χορηγούνται συνήθως σε περιπτώσεις παραληρήματος οφειλόμενου σε στερητικό σύνδρομο, σε αλκοολικούς ή σε χρόνιους χρήστες βενζοδιαζεπινών.

Πρόγνωση

Το παραλήρημα των ηλικιωμένων ατόμων εθεωρείτο ως μία παροδική συγχυτική κατάσταση και κατά το οποίο οι ασθενείς επιστρέφουν στην προϋπάρχουσα λειτουργική και γνωστική κατάστασή τους. Σήμερα, είναι γνωστό ότι πολλοί ασθενείς εμφανίζουν προσβολή της φυσικής και νοητικής τους κατάστασης έως και δύο χρόνια μετά την έλευση του παραληρήματος. Σε μεγάλο ποσοστό αυτών διαγιγνώσκεται άνοια αργότερα. Σε νεότερες μελέτες υιοθετείται η άποψη ότι το παραλήρημα των ηλικιωμένων ατόμων αποτελεί ένα καλό μοντέλο έρευνας της γεροντικής άνοιας. Παράλληλα, το παραλήρημα συνοδεύεται από κακή πρόγνωση λόγω μακρύτερης νοσηλείας, αυξημένης θνητότητας, ανάγκης περαιτέρω νοσηλείας σε οίκους ευγηρίας.

Το παραλήρημα των ηλικιωμένων ασθενών ως ποιοτικός δείκτης ενός συστήματος υγείας Το παραλήρημα των ηλικιωμένων ατόμων αποτελεί ένα από τα συχνότερα νοσήματα όπου η πρόληψη μπορεί να είναι έγκαιρη και αποτελεσματική. Τα κριτήρια του Williamson ορίζουν ως ποιοτικούς δείκτες του ιατρικού συστήματος κάθε νόσημα που είναι κοινό, συχνά ιατρογενές και σχετίζεται με την ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών. Έτσι, το παραλήρημα περιλαμβάνεται ως δείκτης ποιότητας φροντίδας και ασφάλειας του ασθενή στο ιατρικό σύστημα των ΗΠΑ (National Quality Measures Clearinghouse of the Agency of Healthcare Research).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Sharon 4 Inouye. Delirium in older persons. N Eng J Med 2006;354:1157-65.
  2. Martin G. Cole. Delirium in elderly patients. Ann J Geriatr Psychiatry 2004;12:7-21.
  3. Institute of Medicine (10M). Committee on Quality of Health care in America. To err is human: Building a safer health system: Washinghton D.C. National Academy Press, 2006: 26-48.
  4. Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders DSM IV, 4th ed. Washington, DC: American Psychiatric Association 1994.
  5. Inouye SK, Rushing JT, Foreman MD, Palmer RM, Pompei P. Does delirium contribute to poor hospital outcomes? A three site epidemiologic study J. Gen Intern Med 1998;13:234-42.
  6. Francis J, Kapoor WN. Prognosis after hospital discharge of older medical patients with delirium. J Am Geriatr Soc 1992;40:601-6.
  7. Inouye SK. Delirium in hospitalized older patients. Clin Geriatr Med 1998;14:745-64.
  8. Roche V. Etiology and management of delirium. Am I Med Sci 2003;325:20-30.
  9. Breitbart W, Srrout D. Delirium in the terminally ill. Clin Geriatr Med 2000:16:357:72.
  10. Casarett D, Inouye SK. Diagnosis and management of delirium near the end of life. Ann Intern Med 2001;135:32- 40.
  11. Lipowski JU. Update on delirium. Psychiatr Clin North Am1992:15:335-446.
  12. Hustey FM, Meldon SW. The prevalence and documentation of impaired mental status in elderly emergency department patients. Ann Emerg Med 2002;39:248-353.
  13. Elie M. Rousseau F, Cole M, et al. Prevalence and detection of delirium in elderly emergency department patients. CMAJ 2000;163:877-881.
  14. Sanders AB. Missed delirium in older emergency department patients: A quality of care problem. Ann Emerg Med 2002;39:338-341.
  15. Reeves RR, Pendarvis EJ, Kimble R. Unrecognized medical emergencies admitted to psychiatric units. Am J Emerg Med 2000;18:390-393.
  16. Elie M, Cole M, Primeau B. et al. Delirium risk factors in elderly hospitalized patients. J Gen Intern Med 1998:13:204-212.
  17. Naughton B, Moran M, Kadah H, et al. Delirium and other cognitive impairment in older adults in an emergency department. Ann Emerg Med 1995:25:751-755.
  18. Inouye S, van Dyck C, Aless C, et al. Clarifying confusion: The Confusion Assessment Method; a new method for detection of delirium. Ann Inter Med 1990;113:941-948.
  19. Practice guideline for the treatment of patients with delirium. Washington DC: American Psychiatric Association; 1999.