Διόλου δημοφιλής, ελάχιστα φωτογενής, απολύτως κακόηχη, η ψωρίαση γίνεται η κεντρική ηρωίδα ενός ήδη δημοφιλούς, εξόχως φωτοβόλου, και θελκτικά μελωδικού πονήματος. Συμπρωταγωνιστής στο έργο είναι ο χρόνος, οι συστολές και οι διαστολές του, οι πτυχώσεις του και ο καλειδοσκοπικός τρόπος που μετέρχονται όσοι τον διακονούν — και λαχταρούν να τον υπερβούν: οι λογοτέχνες, οι ποιητές, οι δημιουργοί. O Σέρχιο δελ Μολίνο [Sergio del Molino, Μαδρίτη, 1979] έρχεται με εντυπωσιακή ζέση, ελεγχόμενη παραφορά, πλούσια επιστημονική σκευή, και ταχυδακτυλουργικούς γλωσσικούς χειρισμούς, να μας εξοικειώσει με μια πάθηση αγρίως συκοφαντημένη, ελάχιστα εμφανιζόμενη στη μυθοπλασία, και θύμα μιας γενικευμένης παρεξήγησης και καταλαλιάς — και παράλληλα να στοχαστεί, και να μας ωθήσει να στοχαστούμε, σχετικά με το τι είναι ο χρόνος και φθορά, αλλά και η αντιμετώπιση, η υπέρβασή της.
Το Δέρμα (μτφρ. Μαρία Παλαιολόγου, εκδ. Ίκαρος) είναι ταυτόχρονα αυτοβιογράφημα, συλλογή διηγημάτων, δοκίμιο, επιστημονική διατριβή, και μυθιστόρημα. Ο συγγραφέας του περιπλανιέται στην ιστορία, στον χρόνο, αλλά και στη γεωγραφία, στον χώρο, προκειμένου να μας προσφέρει ένα καταλυτικό, εμπεριστατωμένο, αφτιασίδωτο, συγκινητικό, σπαρακτικό, και ανεκτίμητα διαφωτιστικό πορτρέτο της ψωρίασης. Τολμηρά θα ερμηνεύσει, μάλιστα, ορισμένες ιστορικές στιγμές μέσα από την οδυνηρή πάθηση. Συνάμα, άλλοτε ξεσπώντας με οργή και άλλοτε επιστρατεύοντας ένα γάργαρο χιούμορ, φροντίζει να φιλοσοφήσει πάνω στο αέναα παρόν ζήτημα της νόσου και της ίασης. Και, βέβαια, πάνω στο τι είναι και τι δεν είναι βαθιά ανθρώπινο.
Το σύστημά του είναι στιβαρά συγκροτημένο, δίχως να φαίνονται οι αρμοί. Ο καλώς συγκερασμένος μεταμοντερνισμός της γραφής του Σέρχιο δελ Μολίνο δεν έχει να κάνει με εντυπωσιακά μορφολογικά επινοήματα (που συνήθως ήταν άσφαιρα και άσχετα με την ουσία και την κοινωνική ζωή του ανθρώπου) αλλά με το τσίγκλισμα νου και ψυχής, με το άνοιγμα οφθαλών και ώτων, με την αλλαγή αντιμετώπισης του πάσχοντος — κι αυτό χωρίς ποτέ να γίνεται, ο συγγραφέας μας, διδακτικός, χωρίς να κουνάει ούτε στιγμή το δάχτυλο, χωρίς να αφήνεται στον παραμικρό μελοδραματισμό.
Συγγενεύει, ως προς την post-pop διάσταση του εγχειρήματός του με τον Σλάβοϊ Ζίζεκ [Slavoj Žižek, 21.03.1949] που μπορεί, με υπερχορευτική άνεση, με στροβιλιζόμενες πιρουέτες, να μιλήσει για τα πάντα και για τίποτα, αδιαφορώντας για τις επικρίσεις (φαφλατάς, γραφικός, ξερόλας, επιφανειακός, κτλ). Ο δελ Μολίνο γράφει ένα βιβλίο για το δέρμα, για την επιδερμίδα, που μόνο φαινομενικά είναι επιδερμικό — ξέρει να επαναλαμβάνει μαζί με τον Νίτσε το περιλάλητο, «Πόσο βαθιά βαθύτατη είναι η επιφάνεια / πόσο ρηχό ρηχότατο είναι το βάθος». Ναι, συναντάμε αποφάνσεις στο Δέρμα όπως: « Το Girls Just Want to Have Fun είναι το πιο όμορφο σοσιαλιστικό τραγούδι που γράφτηκε ποτέ». Αλλά η επιχειρηματολογία που στηρίζει την απόφανση αυτή, οι είκοσι ολόκληρες σελίδες που αφιερώνει ο δελ Μολίνο στην άνοδο και την πτώση τού (εν πολλοίς λησμονημένου) pop ειδώλου που άκουγε στο όνομα Σίντι Λόπερ, αποτελούν ένα υπόδειγμα συγκινημένου και συγκροτημένου (διανθισμένου με στραφταλιστό, καίτοι πικρό χιούμορ) δοκιμιακού λόγου που, δικαίως, σκορπίζει στους δεκατέσσερις ανέμους τις ιδεολογικές σκληρύνσεις μιας, κατά τ᾽ άλλα θαρραλέας και μαχητικής, γενιάς! Κι αυτό μέσα από στροβοσκοπικούς συλλογισμούς πάνω στο ζήτημα της ψωρίασης, από την οποία έπασχε και η κεχαριτωμένη Σίντι!
Από τα δεκατέσσερα ημιαυτόνομα κεφάλαια του βιβλίου παρελαύνουν ιστορικές προσωπικότητες, δημιουργοί, γκάνγκστερ, ιατροί, ερευνητές και… ο απαράμιλλος Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ, ο πεταλουδοκυνηγός. Συναντάμε τον Ιωσήφ Στάλιν και τον Πάμπλο Εσκομπάρ, τον Τζον Απντάικ και τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ, τον Ρόαλ Νταλ και τον Μάρτιν Σκορτσέζε, τον Φέλιξ φον Λούσαν και τον Ρενάτο Μπιασούτι — αλλά, κυρίως, γνωρίζουμε έναν συγγραφέα, έναν δημιουργό, ο οποίος, λες και παίζει στα δάχτυλα τις τεχνικές και τα ευρήματα της Αφηγηματικής Ιατρικής, μας μαθαίνει πώς να μιλάμε και πώς να ακούμε καλύτερα, πιο ανθρώπινα.
Γνωρίζουμε έναν άνθρωπο που ήδη μίλησε/έγραψε για την ασθένεια και την απώλεια του γιου του (στο μυθιστόρημα La hora violeta, 2013), και τώρα μιλάει/γράφει για τα δεινά που που επιφύλαξε η ψωρίαση, δίχως (ας το επαναλάβω) να καταφεύγει σε μελοδραματισμούς και συναισθηματολογίες, δίχως να χάνει το βελούδο της ελπίδας, δίχως να φιμώνει το χιούμορ του.
Αφού σημειώσω ότι η καταναγκαστική καλλιέπεια άλλων εποχών ήθελε η ψωρίαση να φέρει την αριστοκρατική/κομψή (αλλά και τόσο γελοία, εντέλει!) ονομασία «φιλντισοειδής ιχθύωση», αφού συγχαρώ την μεταφράστρια Μαρία Παλαιολόγου, για την έξοχη και ευφάνταστη εργασία της, και τις εκδόσεις Ίκαρος για την επιλογή ενός ακόμα λογοτεχνικού επιτεύγματος), θα συστήσω ένθερμα την ανάγνωση του Δέρματος, και θα συνεχίσω τις σκέψεις μου γι᾽ αυτό στο επόμενο, 28ο τεύχος, της Αφηγηματικής Ιατρικής.
Για περισσότερα εδώ: https://ikarosbooks.gr/blog/imaste-pio-aorati-apo-oso-nomizoume-sinentefxi-tou-sergio-del-molino-sto-vima
Σχολιασμός: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης