ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Ποιήματα - Gottfried Benn

Ποιήματα, Gottfried Benn, εκδ. Εκδόσεις Gutenberg

Μείζων ποιητής, εξπρεσιονιστής, και επί δεκαετίες ιατρός (δερματολόγος-αφροδισιολόγος), ο Gottfried Benn [1886-1956], εμμένει, από την αρχή της ποιητικής του προσφοράς σε μια ενθέρμως ψυχρή καταγραφή της ανθρώπινης εμπειρίας, της φθοράς, του κατατεμαχισμού της ύπαρξης. Εξετάζει και επεξεργάζεται ποιητικά τον θάνατο, αποσπασμένο «από κάθε μεταφυσική παραμυθία ή εξιδανίκευση», όπως σημειώνει ο μεταφραστής του Μπεν, ο Κώστας Κουτσουρέλης. Θεωρήθηκε, για τούτο, κυνικός και συνοδεύτηκε από το παρατσούκλι Medizyniker, ιατροκυνικός.

Στον πολύτιμο τόμο Gottfried Benn Ποιήματα (εισαγωγή-μετάφραση-επίμετρο Κώστας Κουτσουρέλης, εκδ. Gutenberg) βρισκόμαστε δημιουργικά αντιμέτωποι με την εξπρεσιονιστική ματιά του ποιητή, με τους τρόπους του να καταβυθίζεται σε μια «πραγματικότητα χαοτική και διαμελισμένη» (σ. 27), με τις μόνιμες αναφορές του —«γενετική, παλαιοντολογία, πολιτισμική μορφολογία» (σ. 33)—, με την, κληροδοτημένη από τη θητεία του στην ιατρική, «αναλυτική ματιά, την ρεαλιστική αποτύπωση και των πιο δυσάρεστων λεπτομερειών» (σ. 32).

Ο Μπεν υπήρξε πέντε φορές υποψήφιος για Νόμπελ Λογοτεχνίας· το 1951 ήταν ο πρώτος παραλήπτης του (έκτοτε) έμπλεου κύρους Βραβείου Μπύχνερ· μια ψηφορορία για τον μεγαλύτερο γερμανόφωνο ποιητή του 20ού αιώνα (διοργανωμένη από το περιοδικό Das Gedicht το 2000) τον έφερε στην πρώτη θέση· μεταφράστηκε σε πάμπολλες γλώσσες, θαυμάστηκε και σχολιάστηκε από περιλάλητους δημιουργούς, ανάμεσα στους οποίους οι Τόμας Μαν, Χένρυ Μίλλερ, Τ. Σ. Έλιοτ, Φρανκ Ο᾽ Χάρα, Τζων Μπέρρυμαν, και Αντρέ Ζιντ, ενώ το μυθιστόρημα Εκτυφλωτικό Σκοτάδι του Πιερ Μερτένς (μτφρ. Μαρία Παπαδήμα, εκδ. Εξάντας) είναι εμπνευσμένο από τη ζωή του.

Η οποία ζωή του ήταν πλούσια σε πολλές ερωτικές περιπέτειες, ενώ πάντα ελλόχευε η επαγγελματική και οικονομική ανασφάλεια. Το ολέθριο, έστω κι αν ήταν σύντομο, φλερτ με τον εθνικοσοσιαλισμό επέφερε δριμύτατες επικρίσεις από ομοτέχνους του, ήταν μάλιστα ανώφελο καθώς οι ναζί καταδίκασαν τον εξπρεσιονισμό ως «εκφυλισμένη τέχνη» [Entartete Kunst]. Ο Γκότφριντ Μπεν θα περάσει πλέον σε μια  «εσωτερική εξορία» που διαρκεί έως τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια. Από το 1947 επανέρχεται στο προσκήνιο, όπου και θα παραμείνει έως το θάνατό του το 1956.

Έγραψε για τον Μπεν η Έλζε Λάσκερ-Σύλερ, στο περιοδικό Die Aktion, ήδη το 1913: «Κατεβαίνει στα θολωτά υπόγεια του νοσοκομείου του και ανατέμνει τους νεκρούς. Δεν χορταίνει ποτέ να συλλέγει θησαυρούς μυστηρίων […] θεοσεβής εν τη απιστία του, αγαπά τους οίκους της προσευχής, τα ονειροπόλα θυσιαστήρια […] Πολύ προτού τον γνωρίσω ήμουν αναγνώστρια των ποιημάτων του, είχα το Νεκροτομείο του — πλάι μου στο κρεβάτι: ένα φρικώδες καλλιτεχνικό θαύμα, μια θανάσιμη ονειροφαντασία που παίρνει σχήμα […] Κάθε του στίχος είναι ένα δήγμα λεοπάρδαλης, ένα άλμα αγριμιού. Πένα του είναι το κόκαλο με το οποίο ανασταίνει την λέξη».

Γράφει για τον Μπεν ο Κώστας Κουτσουρέλης: «Το ποιητικό ιδεώδες του Μπεν υπήρξε ασκητικό. Ο αγώνας για την έκφραση, πίστευε, είναι διαρκής. Ο ποιητής είναι ο αθλητής του οποίου η αφοσίωση σπανίως ευοδώνεται […] Φυσιογνωμία σταυρική μιας από τις πιο ταραχώδεις εποχές των ευρωπαϊκών γραμμάτων, ο Γκόττφρηντ Μπεν βάδισε μέχρι τέλους τον δρόμο της γενιάς του. Την πρώτη περίοδο του έργου του έθυσε κι εκείνος στον βωμό της πρόκλησης, αναγόρευσε την έκφραση και την καλλιτεχνία θρησκείες, κήρυξε μόνο του πιστεύω την έκσταση του εγώ. Αργότερα και με το πέρασμα των χρόνων, όσο η κόψη του ηρωισμού της πρώτης νεότητας στόμωνε εμπρός στην μοναξιά της ηλικίας, ο Μπεν, όπως και άλλοι κορυφαίοι συνοδοιπόροι του, θα νοσταλγήσει τον πλατύτερο κόσμο του εμείς».

Ο ποιητής Γκόττφρηντ Μπεν [Gottfried Benn,1886-1956], όχι μόνον ήταν δραστήριος διάκονος της ιατρικής αλλά και θεματοποίησε την ιατρική στην ποίησή του — κάτι που άλλοι ποιητές που ήσαν και ιατροί απέφυγαν να κάνουν. Ήδη η πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα —δυναμική και εμπρηστική— έγινε, το 1912, με την συλλογή που έφερε τον χαρακτηριστικό τίτλο Νεκροτομείο. Επρόκειτο για μια πλακέτα με εννέα ποιήματα που, όπως σημειώνει ο μεταφραστής του Μπεν Κώστας Κουτσουρέλης,  «έμελλε να αποδειχθεί ένα από τα σημαντικότερα ντεμπούτα και, συγχρόνως, τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της λογοτεχνικής ιστορίας». Αν μας φαίνεται σήμερα, το 2022, σκληρή η ποίηση του Μπεν, φανταστείτε πώς φαινόταν σχεδόν έναν αιώνα, για την ακρίβεια εννέα δεκαετίες, πριν!

Αξίζει να θυμίσουμε: Ο Μπεν υπήρξε πέντε φορές υποψήφιος για Νόμπελ Λογοτεχνίας· το 1951 ήταν ο πρώτος παραλήπτης του (έκτοτε) έμπλεου κύρους Βραβείου Μπύχνερ· μια ψηφορορία για τον μεγαλύτερο γερμανόφωνο ποιητή του 20ού αιώνα (διοργανωμένη από το περιοδικό Das Gedicht το 2000) τον έφερε στην πρώτη θέση· μεταφράστηκε σε πάμπολλες γλώσσες, θαυμάστηκε και σχολιάστηκε από περιλάλητους δημιουργούς, ανάμεσα στους οποίους οι Τόμας Μαν, Χένρυ Μίλλερ, Τ. Σ. Έλιοτ, Φρανκ Ο᾽ Χάρα, Τζων Μπέρρυμαν, και Αντρέ Ζιντ, ενώ το μυθιστόρημα Εκτυφλωτικό Σκοτάδι του Πιερ Μερτένς (μτφρ. Μαρία Παπαδήμα, εκδ. Εξάντας) είναι εμπνευσμένο από τη ζωή του.

Ακολουθούν δέκα ποιήματα από τον τόμο Gottfried Benn Ποιήματα (εισαγωγή-μετάφραση-επίμετρο Κώστας Κουτσουρέλης, εκδ. Gutenberg).

 

  1. ΜΙΚΡΟ ΑΣΤΡΟΛΟΥΛΟΥΔΟ: Στον πάγκο σώριασαν έναν καραγωγέα πνιγμένο. / Κάποιος τού ᾽χε σφηνώσει ανάμεσα στα δόντια / ένα αστρολούλουδο μενεξεδένιο. / Εκεί που τού ᾽κανα / με το μακρύ νυστέρι μου / στο στήθος μια τομή / κόβοντας γλώσσα και ουρανίσκο, / πρέπει να τό ᾽σπρωξα γιατί απαλά / γλίστρησε στον εγκέφαλο πού ᾽ταν εκεί κοντά. / Όσο τον έραβαν πρόλαβα και του τό ᾽χωσα / στο κούφωμα του στήθους, / μέσα στα ροκανίδια. / Πιες να χορτάσεις μες στο βάζο σου! / Κοιμού εν ειρήνη, / μικρό αστρολούλουδο!

 

  1. ΟΜΟΡΦΗ ΝΙΟΤΗ: Το στόμα ενός κοριτσιού, στις καλαμιές παρατημένου για καιρό / έμοιαζε καταμασημένο. / Όταν του ανοίξαμε το στήθος, ο οισοφάγος διάτρητος. / Τέλος, σε μια στοά κάτω από το διάφραγμα / βρήκαμε μια φωλιά με νεαρά ποντίκια. / Η μια αδελφούλα ήταν νεκρή. / Τα άλλα ζούσαν από τα νεφρά και το συκώτι, / το κρύο πίναν αίμα κι είχανε ξοδέψει / ωραία τη νιότη τους εδώ. / Ωραία και γρήγορα ήρθε κι ο θάνατός τους: / Όλα μαζί τά ᾽πνιξαν στο νερό. / Αχ, πώς τα μουσουδάκια τους πιπίζαν!

 

  1. ΚΥΚΛΟΙ: Ο έσχατος γομφίος κάποιας πόρνης / ανώνυμης που βρέθηκε νεκρή, / είχε χρυσή κορώνα. / Οι υπόλοιποι σαν από συμφωνία σιωπηρή / της είχαν πέσει. / Ο νεκροτόμος την ξεκόλλησε, / την έβαλε για ενέχυρο και βγήκε για χορό. / Μονάχα η γη, είχε να πει, / πρέπει να γίνει γη και πάλι.

 

  1. Η ΝΥΦΗ ΤΟΥ ΝΕΓΡΟΥ: Σ᾽ ένα προσκέφαλο από αίμα σκοτεινό / ήταν γερμένος μιας γυναίκας ο ξανθός αυχένας. / Θρασομανούσε ο ήλιος στα μαλλιά της / και τους λευκούς της έγλειφε μηρούς / και εμπρός στα στήθη της γονάτιζε τα κάπως μελαψά, / τ᾽ ακόμη ανέγγιχτα απ᾽ τη γέννα ή την κραιπάλη. / Πλάι της ένας νέγρος: ενός αλόγου η κλωτσιά / τού ᾽χε συνθλίψει μέτωπο και μάτια. Έχωνε / δύο δάχτυλα στο άσπρο της αυτάκι / από το βρώμικο αριστερό του πόδι. / Όμως εκείνη είχε πλαγιάσει εκεί σαν νύφη κοιμωμένη: / λίγο προτού παραδοθεί στην ευτυχία του έρωτα, / λίγο προτού αναληφθεί για πρώτη της φορά / μες στο ζεστό αίμα της νιότης / Ώσπου / στον λάρυγγά της τον λευκό έμπηξαν το νυστέρι / και τους γοφούς της σκέπασε μια πορφυρή ποδιά / από αίμα σκοτωμένο.

 

  1. ΡΕΚΒΙΕΜ: Άντρες, γυναίκες σταυρωτά. Δυο-δυο σε κάθε πάγκο. / Γυμνοί και στρυμωγμένοι, κι όμως δεν βογγούν./ Με το κρανίο ορθάνοιχτο. Στα δυο το στήθος κι άδειο. / Κορμιά που τώρα για στερνή φορά γεννούν. // Από τους όρχεις μέχρι τα μυαλά: φίσκα τρεις κάδοι. / Όλοι αγκαλιά τώρα στον πάτο του κουβά / και του Κυρίου οι ναοί και του διαβόλου οι σταύλοι / σαρκάζουν τη χαμένη Εδέμ, τον Γολγοθά. // Τα περισσέματα στο φέρετρο. Σαν βρέφη: / άκρα ανδρών, στήθη παιδιών, μια μπούκλα θηλυκή. / Από δυο που πορνεύονταν ό,τι είδα ν᾽ απομένει / από μιας μάνας την κοιλιά λες κι είχε μόλις βγει.

 

  1. Ο ΓΙΑΤΡΟΣ: Η Κορωνίς της Κτίσεως, ο χοίρος, ο άνθρωπος — : / νά που συναγελάζεται και με τα κτήνη τ᾽ άλλα! / Στα δεκαεφτά κολλάει ήδη μουνόψειρες, / κυκλοφορεί ανάμεσα σε μούτρα αρχεία, / συζύγους και ζωύφια, / εντεροπάθειες και διατροφές, / απ᾽ τα σαράντα η κύστη τον προδίδει — : / γι᾽ αυτό λέτε το κνώδαλο πλάστηκε ο κόσμος / από τον ήλιο ώς το φεγγάρι — ; / Τι αλυχτάτε; / Μιλάτε για ψυχή — τι πράγμα είναι η ψυχή σας; / Τις νύχτες χέζεται η γριά στο στρώμα — / τα ισχνά του μπούτια πασαλείβει ο γέρος, / κι η αφεντιά σας τρώτε του σκασμού, τούρλα η κοιλιά σας· / λέτε τ᾽ αστέρια τα ᾽χει σπείρει η τύχη… ; / Μπλιαχ! — Απ᾽ τ᾽ άντερά της σαν πάγωναν πια / κι απ᾽ τις λοιπές της τρύπες έφτυσε η γη / αίμα και φωτιά — : / σ᾽ έναν πίδακα αυτάρεσκο / που πια τρεμίζοντας / γέρνει προς τη σκιά.

 

  1. ΑΝΤΡΑΣ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΕΡΝΟΥΝ ΑΠ’ ΤΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΚΑΡΚΙΝΟΠΑΘΩΝ: Ο άντρας: / Εδώ σ᾽ αυτή τη σειρά είναι σπλάχνα χαλασμένα / κι εκείνη εκεί είναι χαλασμένα στήθη. / Κρεβάτια απανωτά που ζέχνουν. Οι αδελφές αλλάζουν ανά ώρα. // Έλα, εμπρός, σήκωσε αυτό το σκέπασμα. / Κοίτα: ένας σβώλος λίπος μες στα υγρά της σήψης, / μα κάποτε είχε σημασία για έναν άντρα, / για κείνον σήμαινε ένα πάθος, μια πατρίδα. // Έλα, κοίταξε τούτη την ουλή στο στήθος. / Νιώθεις των μαλακών οστών το κομποσκοίνι; / Εμπρός, ψηλάφησέ το. Η σάρκα είναι μαλακή και δεν πονά. // Ετούτη εδώ αιμορραγεί σαν νά ᾽τανε τριάντα. / Πού πάει και βρίσκει τόσο αίμα; / Της άλλης τής έκοψαν πιο πριν / μέσα από τη λιωμένη της κοιλιά ένα βρέφος. // Τους έχουμε σε νάρκη. Μέρα νύχτα. — Στους νιοφερμένους / λέμε: Γείρε ν᾽ αναρρώσεις. — Τις Κυριακές μόνο / λιγάκι τους ξυπνάμε για τους επισκέπτες. // Με δυσκολία τρώνε δυο μπουκιές. Η πλάτη τους / είναι όλη μια πληγή. Βλέπεις τις μύγες. Κάποτε / τους ξεπλένει η αδελφή. Όπως κανείς ξεπλένει πάγκους. // Κάτω από κάθ᾽ ένα κρεβάτι εδώ η γη αφραταίνει. / Γίνεται η σάρκα ισκιάδα. Τρεμοπαίζει η φλόγα. / Φουσκώνουν οι χυμοί. Το χώμα ήδη καλεί.

 

  1. ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΟΚΕΤΩΝ: Του Βερολίνου οι πιο φτωχές γυναίκες / — σ᾽ ενάμισι δωμάτιο δεκατρείς, / πόρνες, αλήτισσες, φυλακισμένες — / βογγούν και σκούζουνε ολημερίς. / Τόσα ουρλιαχτά δεν τ᾽ ακούς πουθενά. / Πουθενά μια φωνή που σπαράζει / βουλωμένα δεν βρίσκει τόσο τ᾽ αυτιά, / εκεί πέρα όλο και κάτι ουρλιάζει. // «Σπρώξε, κυρά μου! Ναι, σε σένα μιλώ. / Δεν σ᾽ έφεραν γι᾽ αναψυχἠ εδώ. / Για χασομέρι δεν είν᾽ η στιγμή. / Βγαίνουν και κόπρανα αν κανείς σφιχτεί! / Δεν σ᾽ έφεραν εδώ για ραχάτι. / Δεν θά ᾽ρθει μόνο του. Κι εσύ κάνε κάτι!» / ´Ωσπου βγαίνει: τόσο δα, μπλαβισμένο. / Με βλέννες και κάτουρα πασαλειμμένο. // Από έντεκα κλίνες μες στο κλάμα και το αίμα / τώρα γόοι αντηχούν ωσάν χαίρε υψωμένα. / Σε δυο μάτια μονάχα ξεσπά σαν αχός / ένας αίνος στα ουράνια δοξαστικός. / Από τούτο τον σβώλο, απ᾽ τη σάρκα τη λίγη / εκπορεύονται όλα: και οι ύμνοι και οι θρήνοι. / Κι αν με ρόγχο μια μέρα συμβεί και πεθάνει, / άλλα δώδεκα υπάρχουν σε κάθε ντιβάνι.

 

  1. ΑΠΟΞΕΣΗ: Στης σύλληψης την πόζα ξαπλωμένη / τώρα ξανά, / μηροί αφημένοι / στα σίδερα. // Το βλέμμα της πια ξέθυμο απ᾽ τα πάθη / σαν να καλεί: / δώσ᾽ μου να πιω το ρίγος σου ώς τα βάθη, / ώς την πηγή. // Λίγος ο αιθέρας, σπαρταράει το σώμα / πριν σωριαστεί: / ας έρθει ο κατακλυσμός, κι ακόμα / μονάχα εσύ… // Γύρ᾽ όλα, οι τοίχοι, η κλίνη, ερειπωμένα, / γεμάτα από του είναι τον σφυγμό, / από άρρωστο αίμα, σπλάχνα, διψασμένα, / κι από τον επικείμενο χαμό.

 

  1. ΡΕΣΤΩΡΑΝ: Ο κύριος δίπλα παραγγέλνει κι άλλη μπύρα / μου αρέσει αυτό, δεν είναι ανάγκη το λοιπόν να αυτοκατηγορούμαι / που πότε πότε κι εγώ το τσούζω. / Κανείς αμέσως θα σκεφτεί: πότης καθ᾽ έξιν, / διάβασα δε σε μια φυλλάδα αμερικάνικη / πως κάθε τσιγάρο συντομεύει τη ζωή κατά τριάντα έξι λεπτά, / εγώ δεν το πιστεύω, πίσω απ᾽ το άρθρο θά ᾽ναι / η Κόκα-Κόλα ή καμιά τσικλοβιομηχανία. / Ζωή κανονινική ίσον θάνατος κανονικός, / το πόρισμα ετούτο δεν ισχύει. Και μια κανονική ζωή / μπορεί να οδηγήσει σ᾽ έναν αρρωστημένο θάνατο. Άλλωστε / ο θάνατος δεν έχει σχέση με υγείες κι αρρώστειες, / τις μετέρχεται μόνο για τους δικούς του σκοπούς. // Τι εννοείτε: ο θάνατος δεν έχει σχέση με υγείες κι αρρώστειες; / Εννοώ το εξής: πολλοί ασθενούν δίχως και να πεθαίνουν, / ώστε υπάρχει εδώ και κάτι άλλο να ζυγίσουμε, / ένα θραύσμα αμφιβολίας, / ένας παράγοντας αβεβαιότητος, / ο θάνατος δεν έχει περίγραμμα εντελώς σαφές / ούτε κρατάει δρεπάνι, / παρατηρεί, μας κόβει απ᾽ τη γωνιά, μάλιστα συγκρατιέται, / κι είναι φιλόμουσος πλην γι᾽ άλλες μελωδίες.

 

Σχολιασμός: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης